Ενας παρηκμασμένος θεσμός ή ένα κοινωνικό συμβόλαιο που μεταμορφώνεται;
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 15/09/2014 10:13
Σθεναρή αντίσταση σε ένα συναισθηματικά, ηθικά και νομικά χαοτικό σύμπαν ή ένας βαθιά συντηρητικός θεσμός που ατροφεί; Οποια και να είναι η αλήθεια, ο γάμος του 21ου αιώνα συμπορεύεται εν αγαστή συμπνοία με τις αντιφάσεις του. Πρωτίστως παραμένει ένα φρούριο στο οποίο όποιος βρίσκεται απέξω θέλει να εισβάλει και όποιος είναι μέσα θέλει να βγει (συνήθως αφήνοντας πολεμικές ιαχές).
Στις ΗΠΑ, την ίδια στιγμή που το 39% των Αμερικανών τον θεωρεί έναν παρηκμασμένο θεσμό (σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center το 2010) και που οι millennials (οι γεννημένοι από τα μέσα της δεκαετίας του '80 ως το 2000) τον αντιμετωπίζουν λίγο-πολύ ως ένα «οικιακό γκουλάγκ» («Δεν μπορείς να φύγεις από το σπίτι χωρίς να πεις πού πηγαίνεις. Δεν μπορείς να φύγεις χωρίς να πεις τι ώρα θα γυρίσεις. Δεν μπορείς να αφήσεις την πόρτα του μπάνιου ανοιχτή - είναι προσβλητικό. Δεν μπορείς να αφήσεις την πόρτα του μπάνιου κλειστή»), η βιομηχανία του γάμου θάλλει, ξεπερνώντας αισίως τα 40 δισ. δολάρια και μόλις ένα πενιχρό 5% (από το 44% των Αμερικανών κάτω των 30 που τον απαξιώνουν στην προαναφερθείσα έρευνα) δεν θέλει να παντρευτεί.
Και ενώ οι Αμερικανοί έχουν τον υψηλότερο δείκτη διαζυγίων στον δυτικό κόσμο (το 60% των ανδρών και σχεδόν οι μισές γυναίκες έχουν ερωτικές επαφές εκτός γάμου), μόλις τον περασμένο Ιούλιο το αμερικανικό ψηφιακό κανάλι FYI τροφοδότησε εκ νέου την «insula Utopia» του δυτικοτραφούς γάμου με το ριάλιτι «Married at First Sight» («Παντρεμένοι με την πρώτη ματιά»). Πρόκειται για ένα extreme κοινωνικό πείραμα, την επίβλεψη του οποίου ανέλαβαν ένας καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, ένας ψυχολόγος, ένας σεξολόγος και ένας πνευματιστής. Οι υποψήφιοι συμπληρώνουν εκτενή ερωτηματολόγια, υποβάλλονται σε εξονυχιστικές ψυχολογικές αξιολογήσεις και τεστ προσωπικότητας, παρακολουθούν συνεδρίες σεξολογίας κ.ο.κ. Στη συνέχεια οι ειδικοί επαφίενται στους αλγόριθμους για να καταλήξουν σε έξι «επιστημονικώς συμβατά» ζευγάρια. Ο ένας θα συναντήσει τον άλλον τη στιγμή του γάμου τους. Τότε είναι που θα ακούσει για πρώτη φορά τη χροιά της φωνής του και το όνομά του. Γλιτώνουν έτσι κάμποσα χρόνια ανεδαφικών προσδοκιών (και το κόστος των pre-wedding δώρων).
Οταν παντρεύτηκε ο Χίτλερ
Στην Ελλάδα της κρίσης και των βίαιων κοινωνικών ανατροπών, με τα ζευγάρια να μένουν μαζί όχι για να μοιραστούν ζωές, αλλά χαράτσια, με τον θρησκευτικό γάμο να καταποντίζεται σταθερά (το 2012 οι πολιτικοί γάμοι υπερέβησαν για πρώτη φορά πανελλαδικά τους θρησκευτικούς κατά 3,6%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ), με τις νέες μορφές οικογένειας να κερδίζουν ταχύτατα έδαφος και τις γυναίκες να μη διστάζουν να κάνουν παιδιά εκτός γάμου (ενίοτε παραλαμβάνοντας με κούριερ ένα ψυχρό κοντέινερ υγρού αζώτου από κάποια τράπεζα σπέρματος στο Μέριλαντ) και πολλά ζευγάρια να φθάνουν μετά βίας στη «βαμβακερή» δεύτερη επέτειο, ο μέσος γάμος θυμίζει εκείνον που έλαβε χώρα στο Βερολίνο το θλιβερό ξημέρωμα της 29ης Απριλίου 1945 ανάμεσα στον Αδόλφο Χίτλερ και στην Εύα Μπράουν: μια τελική λύση πριν από το αναπόφευκτο τέλος (την επόμενη ακριβώς ημέρα 200 λίτρα βενζίνης μεταφέρονταν στον κήπο της καγκελαρίας για τους αυτόχειρες νεόνυμφους).
Δεν είναι τυχαίο ότι και στην Ελλάδα οι κοινωνιολόγοι συμφωνούν ότι ο γάμος δεν οριοθετεί πλέον την απαρχή μιας καινούργιας ζωής, αλλά ανοίγει διάπλατα την κερκόπορτα της παλιάς. Για να φθάσεις σήμερα να παντρευτείς (το 2010 η μέση ηλικία των γυναικών κατά τον πρώτο γάμο ήταν τα 32 έτη και η αντίστοιχη μέση ηλικία των ανδρών περίπου τα 40 έτη, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής) σημαίνει συνήθως ότι είσαι πλήρης εμπειριών, ότι έχεις ζήσει «τη ζωή σου» και απλώς ενδίδεις σε μια κοινωνική σύμβαση για την οποία σήμερα δείχνουν να κόπτονται μόνο οι κάποιας ηλικίας γονείς σου και οι υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων. Παρ' όλα αυτά, τα τελευταία έξι χρόνια της οικονομικής κρίσης, οι εγχώριοι event planners συνεχίζουν να διοργανώνουν τριήμερους θεματικούς (δημοφιλέστεροι οι country και vintage) γάμους με «no limit παραγωγές», οι διαζευγμένοι δεν έχουν απολέσει το στίγμα της αποτυχίας (σημειωτέον ότι ένας προβληματικός γάμος φέρεται από τους ειδικoύς ως πιο επιζήμιος για την καρδιά και από το κάπνισμα), ενώ οι προσκλήσεις για πακέτα «γάμος-βάφτιση» καταφθάνουν βροχή.
Ο χρυσός αιώνας του γάμου
Στην επίμονη ερώτηση αν ο γάμος του 21ου αιώνα είναι τελικά καλύτερος ή χειρότερος, ο Ιλαϊ Τζέι Φίνκελ, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν του Ιλινόι, απάντησε σε φλογερό άρθρο του, τον Φεβρουάριο του 2014, στους «New York Times»: «Και τα δύο». Οπως εξηγεί ο αμερικανός ειδικός, ο οποίος καταδύθηκε επί έναν ολόκληρο χρόνο σε μια αχανή ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, ανατέμνοντας τις ιστορικές, οικονομικές, ψυχολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις ενός θεσμού που γνωρίζει τον εκφυλισμό και την απαξίωση (κάποιοι μιλούν για απανθρακωμένα δοκάρια), ο γάμος θα μπορούσε σήμερα να διανύσει, υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις, τον χρυσούν αιώνα του: «Ο μέσος γάμος σήμερα είναι πιο αδύναμος από τον μέσο γάμο του παρελθόντος, όσον αφορά την ικανοποίηση και τον αριθμό των διαζυγίων, όμως ο καλός γάμος σήμερα είναι πολύ δυνατότερος από ποτέ όσον αφορά την προσωπική ικανοποίηση και ευημερία». Ητοι το χάσμα ανάμεσα στον μέτριο και στον καλό γάμο είναι πιο μεγάλο από ποτέ.
Σήμερα πρέπει να κοπιάσεις πολύ περισσότερο για να χτίσεις έναν ανθεκτικό και βιώσιμο γάμο. Αν όμως τα καταφέρεις, τα οφέλη που θα αντλήσεις ξεπερνούν κατά πολύ εκείνα που αντλούσε ο έγγαμος του παρελθόντος (και δεν εννοούμε μόνο τα οφέλη για την καρδιακή υγεία ή τις λιγότερες πιθανότητες να πάθεις πνευμονία, να υποβληθείς σε χειρουργική επέμβαση ή να εμφανίσεις συγκεκριμένες μορφές καρκίνου, που ανέδειξαν πρόσφατες έρευνες). Το πιο σημαντικό είναι, επισημαίνει ο Φίνκελ, ότι σήμερα (μάλλον από το 1965 και εφεξής) διερχόμαστε την εποχή του λεγόμενου «self expressive» γάμου, όπου το γαμήλιο «μυστήριο» δεν αντιμετωπίζεται πλέον από τους μετέχοντες σε αυτό ως οικονομική εξασφάλιση, κοινωνική επιταγή ή αναπόδραστο πεπρωμένο, αλλά ως ένα «όχημα» αυτοαναζήτησης, προσωπικής εξέλιξης και πλήρωσης. Παντρεύομαι δηλαδή πλέον κάποιον όχι γιατί πρέπει να «νοικοκυρευτώ», αλλά γιατί επιλέγω να «εξελιχθώ». Είναι αυτό που λέει ο Τζακ Νίκολσον σε μια εμβρόντητη Ελεν Χαντ στην ταινία «Καλύτερα δεν γίνεται» (1997): «Υοu make me want to be a better man» (Με κάνεις να θέλω να γίνω καλύτερος).
Τι είναι, όμως, εκείνο που ανακόπτει την ορμή αυτής της οικόσιτης αυτοπλήρωσης; Σύμφωνα με τον Φίνκελ, το πρόβλημα σήμερα είναι ότι οι σύζυγοι επενδύουν όλο και λιγότερο (χρόνο, ενέργεια, δέσμευση, φαντασία) ο ένας στον άλλον. Και είναι, πράγματι, δύσκολο να «ανασκάψεις το εσώτερο δυναμικό σου» όταν ο γάμος σου αναλώνεται σε ατελείωτες «to-do lists» («να κάνει ο μικρός εξέταση Μαντού, να βγάλω φορολογική ενημερότητα, να φτιάξω τους χαλασμένους μεντεσέδες στα ντουλάπια της κουζίνας, να μην ξεχάσω τη συγκέντρωση του συλλόγου γονέων την Τετάρτη» κ.ο.κ.) γραμμένες σε φλούο χαρτάκια post it ή στον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου σου. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, τα κακά νέα είναι ότι ο χρόνος είναι εκείνος που υφίσταται το ισχυρότερο πλήγμα. Σε σχέση π.χ. με το 1975, το 2003 οι Αμερικανοί περνούν πολύ λιγότερο χρόνο με τους «νόμιμους συντρόφους» τους (26 από 35 ώρες οι μη έχοντες παιδιά και 9 από 13 ώρες οι γονείς). Τα καλά νέα είναι ότι η κατάσταση δεν είναι μη αναστρέψιμη. Αν επενδύσεις περισσότερο, ο γάμος σου μπορεί να ανακάμψει. Οι αμερικανοί κοινωνιολόγοι Τζέφρι Ντιου και Γουίλιαμ Μπράντφορντ Γουίλκοξ κατέδειξαν εσχάτως ότι οι σύζυγοι «που περνούν χρόνο μαζί, συζητώντας ή συμμετέχοντας σε μια δραστηριότητα, έχουν τρεισήμισι φορές περισσότερες πιθανότητες να είναι ευτυχισμένοι στον γάμο τους».
Ο γάμος των ανισοτήτων
Ενα ακόμη παράδοξο του γάμου στον 21ο αιώνα είναι ότι, ενώ δίνει έμφαση στην ισοτιμία και στην ομοιότητα μεταξύ των συζύγων (εφετινή έρευνα του Ινστιτούτου Επιστήμης της Συμπεριφοράς του Πανεπιστημίου του Κολοράντο καταδεικνύει ακόμη και γονιδιακή ομοιότητα, επιλέγεις δηλαδή για σύζυγο κάποιον που σου μοιάζει γενετικά), εξελίσσεται σε πλατφόρμα ενός παλιρροϊκού κύματος ανισοτήτων. Οι ειδικοί εστιάζουν όλο και περισσότερο την προσοχή τους στο ότι η οικονομική αστάθεια καταβαραθρώνει τη γαμηλιότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ, π.χ. στις ΗΠΑ, ο δείκτης διαζυγίων ήταν ο ίδιος για πλούσιους και φτωχούς τη δεκαετία του '60 και του '70, από το 1980 και μετά η ψαλίδα ανοίγει εντυπωσιακά όσον αφορά την ποιότητα και βιωσιμότητα του γάμου (εξ ου και μεταξύ 1990 και 1994 ο δείκτης διαζυγίων είναι 46% για τους λιγότερο προνομιούχους αποφοίτους λυκείου και μόλις 16% για τους έχοντες πανεπιστημιακή εκπαίδευση, που έχουν κατά κανόνα περισσότερους μηχανισμούς επίλυσης των διαφορών μεταξύ τους και, βέβαια, περισσότερα χρήματα για να φωνάξουν το βράδυ μια μπεϊμπισίτερ).
Οι ίδιοι παράγοντες που οξύνουν τις κοινωνικές ανισότητες από τη δεκαετία του '80 και μετά (ανεργία, δεύτερη, ακόμη και τρίτη, δουλειά κ.ο.κ.) είναι εκείνοι που θα εμποδίσουν τον μέσο Αμερικανό (ή τον μέσο Ελληνα) να βρει τον (προαναφερθέντα) απαιτούμενο χρόνο και την ενέργεια να κρατήσει ζωντανό τον δεσμό με το ταίρι του. Ειδικότερα στην Ελλάδα της κρίσης, ο ήδη εύθραυστος θεσμός βάλλεται πανταχόθεν (π.χ. από τις νέες μορφές οικογένειας που δεν έχουν τον γάμο ως προϋπόθεσή τους ή την ταχύτατα αναδυόμενη δημογραφική ομάδα των singles), ενώ τα καινούργια «trends» (π.χ. σύμφωνο συμβίωσης, γάμοι που κατέρρευσαν εν μιά νυκτί γιατί οι εμπλεκόμενοι ήταν απλώς business associates ή το αντίστροφο, σαθροί γάμοι που διατηρούνται αποκλειστικά για οικονομικούς λόγους, εικονικά συναινετικά διαζύγια για την εξοικονόμηση φοροελαφρύνσεων που απευθύνονται στις μονογονεϊκές οικογένειες κ.ο.κ.) δημιουργούν περισσότερο χώρο για τον περαιτέρω, ουσιαστικό και συμβολικό, εκφυλισμό του.
Ξαναγράφοντας το σεξουαλικό σενάριο
Το ασυμβίβαστο υγιούς λίμπιντο και γάμου αγωνίζεται ασθμαίνουσα να καταρρίψει η δρ Βιρτζίνια Ράτερ, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Framingham State University της Μασαχουσέτης, σε άρθρο της τον περασμένο Ιούλιο στο «Psychology Today», επικαλούμενη έρευνα του Ινστιτούτου Κίνσεϊ του 2010, η οποία αποκαλύπτει αισίως ποιος τελικά κάνει σεξ και ποιος όχι. Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, τρεις στους πέντε singles δεν είχαν καθόλου σεξουαλικές επαφές το 2009 σε σχέση με τον μόλις έναν στους πέντε παντρεμένους, ενώ στις ηλικίες μεταξύ 25 και 29 ετών οι παντρεμένοι (άνδρες και γυναίκες) είχαν πενταπλάσιες πιθανότητες να έχουν σεξουαλικές επαφές
δύο-τρεις φορές την εβδομάδα (ένα 25%) σε σχέση με τους singles (ένα ισχνό 5%). H εξήγηση είναι απλή: «Δεν χρειάζεται να βγεις έξω να "κυνηγήσεις"». Η Ράτερ μιλάει εκτενώς για αυτή τη γενικευμένη αποστροφή προς οτιδήποτε αφορά το σεξ και τις μακροχρόνιες σχέσεις· οι έρευνες στον τομέα αυτόν για κάποιον μυστηριώδη λόγο σπανίζουν (εκτός από κάτι άνευ λόγου εμμονές, για παράδειγμα ποιες δουλειές του σπιτιού είναι sex killers και ποιες όχι) και οι ίδιοι οι κοινωνιολόγοι επιλέγουν τεχνηέντως να αποστρέψουν το βλέμμα τους, ενώ αν τους ζητήσεις στατιστικές για το σεξ στον γάμο είναι σχεδόν σαν να τους εξαναγκάζεις να πιάσουν με γυμνά χέρια έναν ανθρώπινο εγκέφαλο εμβαπτισμένο στη φορμαλδεΰδη.
Η Ράτερ τάσσεται κατά όλων εκείνων που διακηρύσσουν χαιρέκακα ότι ο δυτικός γάμος δεν εξασφαλίζει πρόσβαση στο σεξ, αλλά στην αγαμία. Επιμένει, όμως, ότι εκείνο που ασφαλώς επείγει είναι η «αναβάθμιση» της σεξουαλικής φαντασίας των συζύγων, ήτοι το rewriting του «σεξουαλικού σεναρίου» που έχει ο καθένας στο μυαλό του, έτσι ώστε να αντανακλά τα νέα κοινωνικά μοντέλα, τους νέους ρόλους και τους νέους τρόπους επικοινωνίας που έχουν πλέον τα ζευγάρια έξω από την κρεβατοκάμαρα. Επισημαίνει μάλιστα ότι είναι επιτακτική η ανάγκη απομάκρυνσης από τα τυλιγμένα σε σελοφάν ιδεώδη του παρελθόντος (αξίζει να σημειωθεί ότι τα μίντια συνεισφέρουν τα μάλα στη διαιώνισή τους, περιγράφοντας, λόγου χάρη, τις πιο σημαντικές ερωτικές σχέσεις που είχε ο «πλέον περιζήτητος εργένης του Χόλιγουντ» Τζορτζ Κλούνεϊ προτού προφανώς θάψει διαπαντός τα χαμερπή του ένστικτα νυμφευόμενος, σε λίγες εβδομάδες στην Ιταλία, τη δικηγόρο Αμάλ Αλαμουντίν). Πρέπει να εμπεδώσουμε ότι το παντρεμένο ζευγάρι του 2014 δεν κάνει σεξ πλέον κάτω από τους ροζ General Electric λαμπτήρες της Αμερικής του Αϊζενχάουερ (αν και, χάρη στον Πούτιν, βιώνει ενδεχομένως το ίδιο ψυχροπολεμικό κλίμα!). Ο σύζυγος δεν φωνάζει γλυκά όταν γυρνάει σπίτι «Honey, I'm home!» (μάλλον γιατί κανείς δεν τον περιμένει στο σπίτι - στις ΗΠΑ σήμερα η γυναίκα είναι ο βασικός breadwinner στο 40% των οικογενειών), ενώ η σύζυγος δεν φαντασιώνεται πλέον ψήνοντας λαχταριστά κέικ και χαϊδεύοντας με τα ακροδάχτυλα τη φορμάικα της κουζίνας της.
Η άφιξη του ΗIP γάμου
Ολο και περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι για να σωθεί αυτός ο τόσο παρηκμασμένος «παραδοσιακός γάμος» (όπως ο προικοδοτημένος με 9 εκατομμύρια δραχμές από το ελληνικό Δημόσιο γάμος του Χουάν Κάρλος της Ισπανίας με τη Σοφία, που φημολογείται ότι καταρρέει σήμερα, έπειτα από 52 χρόνια και 1.500 «βασιλικές» ερωμένες) πρέπει να παραχωρήσει πανηγυρικά τη θέση του σε μια προσαρμοσμένη στις επιταγές της σύγχρονης οικονομίας εκδοχή του. Δεν είναι τυχαίο ότι στις ΗΠΑ γίνεται όλο και πιο συχνά λόγος για τον HIP (High Investment Parenting) γάμο, ένα αμιγώς παιδοκεντρικό «συμβόλαιο» μεταξύ δύο ανθρώπων (συνήθως από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, με «φτασμένες» καριέρες και ανώτατη μόρφωση) οι οποίοι επιλέγουν να διαθέσουν το χρήμα, τον χρόνο και την ενέργειά τους στην ανατροφή των παιδιών τους. Κάτι τέτοιο είναι σήμερα απόλυτα εφικτό και για τους άνδρες, αφού, σε σχέση π.χ. με το 1960, έχουν σήμερα διπλασιάσει τον χρόνο που αφιερώνουν στις αγγαρείες του σπιτιού και έχουν τριπλασιάσει αυτόν που αφιερώνουν στη φροντίδα των παιδιών. Πιθανώς ο γάμος της Αντζελίνα Τζολί και του Μπραντ Πιτ πριν από λίγες ημέρες στο Château Miraval στη Γαλλία (έπειτα από δέκα χρόνια σχέσης και έξι παιδιά) να ήταν το επίσημο λανσάρισμα του HIP γάμου, προτού, όπως λένε οι φήμες, μπει στον οικογενειακό προγραμματισμό το έβδομο και τελευταίο παιδί του ζεύγους. Ο γάμος α λα Μπραντζελίνα δεν είναι το επιστέγασμα μιας καινούργιας ζωής, αλλά ένα ξέφρενο after wedding πάρτι, ο εορτασμός μιας παγιωμένης κοινής ζωής με πολλά κουτσούβελα.
Συναφή, όμως, σύμφωνα τουλάχιστον με τον «Guardian», τα νέα και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Διότι μπορεί ως το 2016 τα μισά παιδιά της Βρετανίας να γεννηθούν εκτός γάμου, όμως το 1/4 των ζευγαριών εκείνων που συζούν όταν γίνονται για πρώτη φορά γονείς θα παντρευτούν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια (από στοιχεία του Βρετανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών). Tο παιδί μοιάζει πλέον το μοναδικό κίνητρο να εμπλακείς σε κάτι τόσο αβέβαιο και ασταθές. Ισως αυτό είναι και το τελευταίο οχυρό του γάμου του 21ου αιώνα. Ο τόσο ντεμοντέ θεσμός ταυτίζεται ακόμη στη συνείδηση πολλών, αν μη τι άλλο, με ένα στοιχειώδες πλαίσιο κανονικότητας, δέσμευσης και ευθύνης, τουλάχιστον όσον αφορά το μεγάλωμα των παιδιών. Η λέξη «ευθύνη» είναι μάλλον η λέξη-κλειδί εδώ. Και στην Ελλάδα του 2014 ο γάμος, τόσο «τσαλακωμένος», σχεδόν αποσυνάγωγος, εμπεριέχει πάντα τη συνδήλωση «ευθύνη» (έχει πάντα άλλη βαρύτητα να πεις «έχω σχέση με κάποιον» και «είμαι παντρεμένος με κάποιον»). Λίαν ενδεικτικό το παράδειγμα του αμερικανικού ριάλιτι «Temptation Island» (Fox, 2001-2003), όπου (μη παντρεμένα) ζευγάρια καλούνταν σε ένα έρημο νησί για να διαπιστωθεί αν θα δελεαστούν από τους περιρρέοντες πειρασμούς. Οποία η φρίκη όταν διαπιστώθηκε ότι ένα από τα ζευγάρια ήταν παντρεμένο. Σε ένα εξόχως ηθικοπλαστικό κρεσέντο, το ζευγάρι εκδιώχθηκε άρον άρον από το παιχνίδι.
Αντί, λοιπόν, να μιλάμε για την ταφόπλακα ενός θεσμού, ας προετοιμαστούμε να υποδεχτούμε την εξελιγμένη μορφή του. Οπως έγραφε χαρακτηριστικά προ μηνών ο Ρίτσαρντ Β. Ριβς στο περιοδικό «The Atlantic», σε ένα άρθρο με τον άκρως δελεαστικό τίτλο «Πώς να σώσουμε τον γάμο στην Αμερική»: «O πολωνός ανθρωπολόγος Μπρόνισλαβ Μαλινόφσκι κάποτε περιέγραψε τον γάμο σαν τον τρόπο να δέσεις έναν άνδρα στη γυναίκα του και στα παιδιά τους.
Σήμερα, οι γυναίκες δεν έχουν ανάγκη να δεθούν σε έναν άνδρα. Το σεξ και το χρήμα μπορούν να βρεθούν έξω από το γαμήλιο συμβόλαιο. Ομως τα παιδιά χρειάζονται τους γονείς τους - κατά προτίμηση τρυφερούς, ενεργά δεσμευμένους στην ανατροφή τους γονείς. (...) Στην Αμερική του 21ου αιώνα κανείς δεν χρειάζεται να παντρευτεί, αλλά πολλοί θα επιλέξουν να το κάνουν. Αναπροσαρμοσμένος στις ανάγκες του σύγχρονου κόσμου και επανασχεδιασμένος επάνω στην αξία της πλήρως αφοσιωμένης γονεϊκότητας, ο γάμος μπορεί τελικά να έχει μέλλον. Γι' αυτό το μέλλον αγωνιούν κυρίως τα πρόσωπα του σπιτιού που δεν είναι μέλη αυτής της ένωσης: τα παιδιά».
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου